Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Τα δικά μου Χριστούγεννα


Τα δικά μου Χριστούγεννα είναι στο διάστημα με ένα νεφέλωμα για φάτνη και βοσκούς εξωγήινους. Η Παναγία η Lacrimosa πετά πάνω από το Θείο Βρέφος και το θηλάζει δάκρυα αστραφτερά. Ο Χριστός παίζει κρυφτό με όλα τα παιδιά του κόσμου και κρύβεται κάτω από τις διαστημικές στολές των μάγων. Χίλια αστέρια τον δείχνουν με το πολύχρωμο φως τους και τα δώρα που παίρνει, αστρόσκονη, φως και πόνο. Οι άγγελοι με φτερά μεταλλικά ψάλλουν ο καθένας στην ολόδικια του ακατανόητη για τους άλλους λαλιά του: αλαρίνα, θαρέτω, μηράνι, φωτρέλαψο. Μα όλοι λένε το ίδιο, ότι  ο Χριστός θα μείνει για πάντα παιδί για να μπορεί να παίζει με όλα τα παιδιά του κόσμου.

Τα δικά μου Χριστούγεννα είναι νερένια με μια θαλασσινή σπηλιά για φάτνη και βοσκούς με ψαρίσια ουρά. Η Παναγία είναι η μοναδική γοργόνα του κόσμου που απαρνήθηκε με πόνο τα πόδια της  και ενώνει τα δάκρυα της με το θαλασσινό νερό. Ο Χριστός εξημερώνει τους καρχαρίες και μαδά μαζί τους τετράφυλλα τριφύλλια που λένε πάντα σ΄αγαπώ. Οι τρεις μάγοι καταφθάνουν άλλος από τον ουρανό, άλλος από τη στεριά, άλλος από τα έγκατα της γης. Αήρ, χους, λάβα, τα εξωτικά τους δώρα. Κοπάδια θαλάσσιων αγγέλων με φτερωτά πτερύγια μοιάζουν να στεφανώνουν τον ήλιο που κοιτά ανάσκελα από τον άπατο πυθμένα ο Χριστός, καθώς πέφτει όλο και πιο ταπεινά, όλο και πιο βαθιά.

Τα δικά μου Χριστούγεννα είναι στο πιο ασήμαντο λουλούδι του κόσμου με ένα πέταλο άσπρο για φάτνη. Η Παναγία ραίνει το Χριστό δροσοσταλίδες του πρωινού και εκείνος τις κάνει γυάλινα τόπια που μοιράζει σε όλα τα παιδιά του κόσμου. Οι μάγοι είναι τρεις ψυχές  πεταλούδες, που αφήσαν τα καντήλια που τριγυρνούσαν για να φέρουν τα δώρα τους στο Χριστό: λάδι, αλάτι, πέτρα.  Οι άγγελοι είναι φύλλα φθινοπωριάτικα, κίτρινα, κόκκινα, καφετιά που στριφογυρίζει ο αέρας γύρω από το ταπεινό αγριολούλουδο και αυτά χορεύουν τον ψαλμό τους με συρσίματα στο ξερό χώμα.

Τα δικά μου Χριστούγεννα είναι στα μάτια του φοβισμένου παιδιού με φάτνη τη διεσταλμένη κόρη του. Η Παναγία του χαρίζει τα δάκρυά της για να επιπλέει ο μικρός Χριστός κι εκείνος κάνει την κόρη του ματιού βαρκούλα που αρμενίζει στο φόβο. Οι  μάγοι είναι τρία πουλιά πετάμενα στο γαλάζιο του ουρανού που καθρεπτίζονται στο βλέμμα του παιδιού κι αφήνουν να πέσει από το ράμφος τους μια ονειραχτίδα, ένα ψέμα κι ένα χάδι. Οι φύλακες άγγελοι αμέτρητοι πεταρίζουν τα φτερά τους κάθε που το παιδί φοβάται μέχρι που σηκώνουν άνεμο δυνατό που διαλύει το φόβο σε μικρά ψίχουλα για τα πεινασμένα σπουργίτια.

Τα δικά μου Χριστούγεννα είναι στις τσέπες ενός άστεγου με φάτνη το τελευταίο ψίχουλο αξιοπρέπειας. Η Παναγία στέρεψε από δάκρυα και ο Χριστός απόμεινε νηστικός. Τρώει το κλάμα του και θεριεύει, βγαίνει από την τσέπη και κουρνιάζει θεόρατος στο άγαλμα του Αγνώστου Συμπολίτου. Οι τρεις μάγοι έχασαν το δρόμο τους και στέλνουν με μέιλ τα δώρα τους, γράμματα ανάκατα χξαηυεηδξ, κομμένη παροχή ηλεκτρικού κι ένα ξεθωριασμένο βλέμμα. Οι άγγελοι είναι φτερωτές απαλές παιδικές κουβερτούλες που χαϊδεύουν τα αξύριστα μάγουλα των αστέγων τρυφερά στον ύπνο τους. 

Τα δικά μου Χριστούγεννα.